ΜΕΝΟΥ

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Κουταλιανοί - Φωτογραφίες

 Φωτογραφίες Κουταλιανών, ενθύμια ανθρώπων που συναντήσαμε, ζήσαμε και αγαπήσαμε στην ζωή. Όποιος μπορεί να αναγνωρίσει πρόσωπα, ας μας βοηθήσει να τα προσθέσουμε στις αντίστοιχες φωτογραφίες.

Φωτογραφίες απο τον Ζαννή Ζαχάρωφ



 



Τζώρτζης Ζαχάρωφ
Στο κέντρο Τζώρτζης Ζαχάρωφ
ΚέντροΤζώρτζης Ζαχάρωφ



Αριστερά Τζώρτζης Ζαχάρωφ

Χριστούλιας - Ζαχάρωφ





 
Όρθιος Ζαννής Ζαχάρωφ, Θεόδωρος Βάρναλης, Ευδοκία Θαλασσινού, Μάρθα Βαμβούκου, Αθανασία Γιοβάνη , Διαμάντω Σιδέρη   και  ο Τζώρτζης Ζαχάρωφ ..
 Φωτογραφίες από το αρχείο Σ.Χ.Βασιλείου


ΛΗΜΝΟΣ 1929





Αφιξη Οικονομίδη (Ελληνικό)








Επίσκεψη Οικονομίδη στο σχολείο Ν.Κούταλης

2ος από αριστερά Απ. Τσατσαδόπουλος Πρώτος απο δεξιά Χρ.Βασιλείου

Χρυσ.Βασιλείου - Σωκρ.Πανταζόγλου- Απ.Τσατσαδόπουλος- Γρηγόρης Πανταζόγλου

Απ.Τσατσαδόπουλος-Γρηγόρης Πανταζόγλου- Χρυσ.Βασιλείου - Σωκρ.Πανταζόγλου

Χρυσ.Βασιλείου - Τζώρτζης Ζαχάρωφ στην Αθήνα

Γεώργιος Βασιλείου - Δ και Σ. Βασιλείου- Στέλα Σαρικλή- Ζωή και Κων/νος Παπαδόπουλος-Χρυσ.Βασιλείου


25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1963
25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1963


Εξ Αμερικής μετά συζύγων στην Ακρόπολη

Σχολή δυτών Νέας Κούταλης

25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1963




































Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Η σαντάλατου Μαρμαρά



Η Θάλασσα του Μαρμαρά ήταν ουσιαστικά ένα ευρύτατο πέρασμα ψαριών. Οι κάτοικοι των νησιών και των παραλιακών περιοχών ζούσαν για αιώνες από το ψάρεμα των διερχόμενων ψαριών από τη Μαύρη Θάλασσα προς τη Μεσόγειο και αντίστροφα. Η "Σαντάλα" (Santala) ήταν ένας από τους βασικούς τύπους ψαράδικων σκαφών της Θάλασσας του Μαρμαρά.


Οι σαντάλες ήταν σκάφη κυρίως των Ελλήνων της Θάλασσας του Μαρμαρά έως και τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922. Η καταγωγή του σκάφους δεν είναι διεξοδικά διερευνημένη, αν και θα πρέπει να υποθέσουμε ότι έχει σαφώς σχέση με το βυζαντινό σαντάλιον του 7ου και 9ου αιώνα [Kahane, Kahane, Tietze (1988: 567)], το οποίο αναφέρεται ως μικρό κωπήλατο σκάφος. Η ονομασία αυτή ωστόσο έχει χρησιμοποιηθεί σε πάρα πολλά μέρη για μικρά σκάφη και για αρκετούς αιώνες.


Η σαντάλα χρησιμοποιείτο από τους Έλληνες της Θάλασσας του Μαρμαρά για ψάρεμα παλαμίδας, κολιού, σαρδέλας κλπ., με συρόμενα δίχτυα, που ονομάζονταν γρίπος. Υπήρχαν μάλιστα διαφορετικά είδη γρίπων ανάλογα με το είδος των ψαριών που ψαρεύονταν με αυτά.

Οι σαντάλες κατασκευάζονταν σε διάφορα μεγέθη και χαρακτηρίζονταν κυρίως από τον αριθμό των κουπιών που έφεραν. Υπήρχαν, λοιπόν, με δύο ζεύγη κουπιών που ονομάζονταν κούντελο, με τρία έως πέντε ζεύγη που ονομάζονταν μπουγιαντέ και έως επτά ζεύγη κουπιών.


Οι σαντάλες ανήκαν στην οικογένεια των μακρόστενων και κωπήλατων σκαφών όπως η αλαμάνα, ο μπιγαντέ της Μαύρης Θάλασσας ή της Θάλασσας του Μαρμαρά και η τράτα από το Αιγαίο.


Το ψάρεμα με το γρίπο συνήθως γινόταν με μια ομάδα από πέντε σκάφη διαφορετικού μεγέθους. Η μεγαλύτερη σαντάλα της ομάδας είχε 10 έως 14 κουπιά, και ακολουθείτο από το δεύτερο και τρίτο σκάφος που ήταν μπιγιαντέ, το τέταρτο που ήταν κούντελο και το τελευταίο που ήταν ακόμη μικρότερο με ένα μόνο ζευγάρι κουπιών [Marmarinos (1948: 11)].
 
Τα κουπιά της σαντάλας ήταν μακριά και με ιδιαίτερο σχήμα για να κάνουν την κωπηλασία πιο εύκολη. Τα σκάφη έκαναν ελιγμούς είτε με ένα φαρδύ και καμπυλωμένο πηδάλιο στο πρυμνιό ποδόσταμα είτε με δύο πλαϊνά πηδάλια που ήταν παρόμοια με τα κουπιά και ονομάζονταν μπάλες.


Η γεωμετρία του σκάφους έδινε τη δυνατότητα στα μεγαλύτερα σκάφη να επιδείξουν μεγάλη ταχύτητα με τα επτά ζεύγη κουπιών. Στο μέσον του σκάφους υπήρχαν τόσα σέλματα για τους κωπηλάτες όσα και τα ζευγάρια των κουπιών που έφερε η σαντάλα.


Σαντάλα (Santala) Η σαντάλα ήταν ένα τυπικό κωπήλατο σκάφος χωρίς πανιά. Το συνολικό μήκος υπολογίζεται 17,4 μ. γι αυτές που έφεραν επτά ζεύγη κουπιών. Η σαντάλα είχε ελαφριά κατασκευή και διαφορετικά είδη ξυλείας χρησιμοποιούντο στο σκελετό ανάλογα με την αντοχή, την ελαφρότητα και άλλες ιδιότητες που έπρεπε να έχει κάθε τμήμα της. Μόνο δύο τμήματα, ένα στην πλώρη και ένα στην πρύμνη, είχαν κατάστρωμα για να μπαίνουν τα δίχτυα και τα άλλα όργανα αλιείας, όπως επίσης και κάποιοι από το πλήρωμα. Ο πυθμένας του σκάφους ήταν επίσης επίπεδος με καρίνα που ήταν φαρδύτερη στο κέντρο και στενότερη στην πλώρη και την πρύμνη. Ένα χαρακτηριστικό σημείο της σαντάλας ήταν το επάνω μέρος, κοράκι, του πλωριού ποδοστάματος, το οποίο ήταν ιδιαίτερα φαρδύ και ζωγραφισμένο με φωτεινά χρώματα. Στο σημείο αυτό υπήρχε η απεικόνιση του Αγίου Γεωργίου να σκοτώνει το δράκο, στις χριστιανικές σαντάλες, όπως και άλλες διακοσμήσεις με φυσικά και γεωμετρικά μοτίβα.

Η προετοιμασία των σφουγγαράδων


Τον Φεβρουάριο, ξεκινούσαν οι προετοιμασίες των σφουγγαράδων για το πολύμοχθο ταξίδι στα παράλια της Μεσογείου.Το ταξίδι διαρκούσε κοντά στους έξι μήνες. Και ο σφουγγαράς γύριζε στα τέλη Σεπτέμβρη.

Όλο αυτόν τον καιρό οι γυναίκες στο νησί (Κάλυμνο, Σύμη, Ύδρα κλπ) με τα μαλλιά πλεξούδες σηκωμένες ψηλά γύρω στο κεφάλι, που μαρτυρούσαν τη θλίψη τους, κάτω από το μαύρο τσεμπέρι, κράταγαν το σπιτικό, διπλά υπεύθυνες, μεγάλωναν παιδιά και περίμεναν το γυρισμό του σφουγγαρά λαχταρώντας να τον δουν γερό και όχι σακατεμένο.

Οι ετοιμασίες (τα ποκινήματα) των σφουγγαράδικων για το μεγάλο καλοκαιρινό ταξίδι κρατούσαν πάνω από δύο μήνες (Φεβρουάριο - Μάρτιο). Γι’ αυτό εκείνο το διάστημα έπρεπε να μαζευτούν τα διάφορα εργαλεία της δουλειάς, να φροντίσουν τις κουμπάνιες για τη τροφοδοσία του πληρώματος για έξη μήνες. Τα βασικά τρόφιμα ήταν οι γαλέτες και ο καβουρμάς.
 Εκείνη την εποχή ο καπετάνιος έπρεπε να καταρτίσει το πλήρωμά του, με τις διάφορες ειδικότητες που θα πάρει μαζί του. Τότε έπρεπε να γίνουν τα συμβόλαια και να αρχίσει να δίνει τα «πλάτικα».
Πριν από κάθε αναχώρηση γινόταν αγιασμός και ο κάθε καπετάνιος καλούσε το παπά που συμπαθούσε και πίστευε ότι θα του φέρει γούρι. Ο αγιασμός γινόταν πάντα με την εικόνα του Αγίου Νικόλαου που τον είχανε προστάτη βοηθό και καταφύγιο.

Παρόντες στον αγιασμό ήταν όλοι οι άντρες του πληρώματος, αλλά καμιά γυναίκα, γιατί πίστευαν ότι έφερναν γρουσουζιά, αν και ήθελαν να τις βλέπουν στο «παλαμάρι» κατά την αναχώρηση, για να πάρουν μαζί τους μορφές τους που θα τους συντρόφευαν στο ταξίδι.
 
Η μέρα της αναχώρησης ήταν πολύ δύσκολη και φορτισμένη από συναισθήματα για όλους αλλά περισσότερο για τον καπετάνιο διότι έπρεπε να συγκεντρώσει το πλήρωμα του. Πολλοί από το πλήρωμα την τελευταία στιγμή το μετάνιωναν και δεν παρουσιάζονταν καθόλου και άλλοι μεθούσαν και έπρεπε ο καπετάνιος να στείλει το υπόλοιπό πλήρωμα για να τους βρει. Ακόμα, άλλοι έρχονταν της τελευταία στιγμή και απειλούσαν το καπετάνιο να τους δώσει παραπάνω χρήματα αλλιώς θα έμεναν πίσω στο νησί.
 
Τέλος ερχότανε η ώρα της αναχώρησης και ένα κλίμα θλίψης επικρατούσε. Κάποια στιγμή μπαίνανε όλοι μέσα λύνανε τα σχοινιά και σαλπάρανε, κάνανε δυο, τρεις βόλτες σε σχήμα σταυρού και έπειτα ανέβαιναν όλοι στα άλμπουρα και χαιρετούσαν με τα άσπρα μαντίλια τους. Το ίδιο κάνανε και αυτοί που ήταν στην στεριά.
Όταν τα καΐκια απομακρύνονταν οι γυναίκες βγάζανε το ανοιχτόχρωμο τσεμπέρι που φορούσαν και το αντικαθιστούσαν με μαύρο το οποίο το φορούσαν για όσο καιρό έλειπαν οι άντρες τους. Ακόμα, σήκωναν τις κοτσίδες τους ένα γύρω πάνω από το κεφάλι τους και αυτό ήταν δείγμα θλίψης και επέστρεφαν στο σπίτι τους και αναλάμβαναν και το ρόλο του άντρα τους.
Μετά την αναχώρηση τους από το νησί το μόνο μέσο επικοινωνίας που είχαν οι σφουγγαράδες με τους δικούς τους ήταν το «πακέτο» ή «πακέτθο».
Το πακέτο ήταν ένα από τα μεγαλύτερα καΐκια όπου αποθήκευαν κυρίως τα σφουγγάρια. Του έδιναν αυτό το όνομα επειδή δυο-τρεις φορές το καλοκαίρι ο καπετάνιος το έστελνε πίσω στο νησί με τριπλό προορισμό:
να μεταφέρει τα σφουγγάρια που είχαν συγκεντρωθεί,
να δώσει τα γράμματα και τα νέα του πληρώματος στους δικούς τους και
να ξαναγυρίσει πίσω φέρνοντας τα γράμματα των γυναικών τους.

Από το ένθετο "Επτά Ημέρες" της εφημερίδας "Καθημερινή" στις 13-9-1998
«ΣΦΟΥΓΓΑΡΙ ΚΑΙ ΣΦΟΥΓΓΑΡΑΔΕΣ»